- Ἀλκαίου
- Ἀλκαῖοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλκαίου, Μαρία — (1915 –). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Κόρη των ηθοποιών Νίκου Παπαγεωργίου και Σαπφούς Αλκαίου, πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή σε ηλικία πέντε ετών, στον θίασο της Κυβέλης. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Ο πρώτος… … Dictionary of Greek
Αλκαίου, Σαπφώ — (Κωνσταντινούπολη 1877 – Αθήνα 1951). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού Σαπφούς Τιβερίου. Από το 1895 έπαιξε με θριαμβευτική επιτυχία σε δράματα, κωμωδίες, φάρσες, επιθεωρήσεις και οπερέτες. Οι ερμηνείες της προανάγγειλαν τον νατουραλισμό, σε… … Dictionary of Greek
ἀλκαίου — ἀλκαῖον tail neut gen sg ἀλκαί̱ου , ἀλκαῖος strong masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ανακρέων — (6ος 5ος αι. π.Χ.). Λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στην ιωνική Τέω το δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. και πέθανε, σύμφωνα με τον Λουκιανό, σε ηλικία 85 ετών στη γενέτειρά του. Μεταγενέστερος του Αλκαίου και της Σαπφούς, ανήκει στην περίοδο του ώριμου… … Dictionary of Greek
Ηλεκτρύων — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας της Τίρυνθας, για τον οποίο υπάρχουν πολλές παραδόσεις όχι απόλυτα σύμφωνες μεταξύ τους. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ησίοδο, ως πατέρας της Αλκμήνης και πολλών γιων. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι o Η. σκοτώθηκε από… … Dictionary of Greek
Μυτιλήνη — Πόλη (27.247 κάτ.) της Λέσβου, πρωτεύουσα του νομού Λέσβου. Είναι χτισμένη στην ανατολική πλευρά του νησιού και από το λιμάνι της εξυπηρετούνται αποκλειστικά σχεδόν όλοι οι οικισμοί της Λέσβου. Στο προάστιο της Κράτηγος βρίσκεται το αεροδρόμιο. Η … Dictionary of Greek
Dicaearchus — For the pirate, see Dicaearchus of Aetolia. Dicaearchus of Messana (Greek: Δικαίαρχος, Dikaiarkhos; also written Dicearchus, Dicearch, Diceärchus, or Diceärch) (c. 350 – c. 285 BC) was a Greek philosopher, cartographer, geographer, mathematician… … Wikipedia
Πιττακός — Ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ο οποίος έζησε κατά την παράδοση μεταξύ 640 και 570 π.Χ. και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή της πατρίδας του Μυτιλήνης. Μαζί με τους αδελφούς του ποιητή Αλκαίου ανέτρεψε την τυραννίδα του… … Dictionary of Greek
αρίσταρχος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τραγικός ποιητής από την Τεγέα (τέλη 6ου – τέλη 5ου αι. π.Χ.). Ήταν σύγχρονος αλλά μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Ευριπίδη. Κατά τη Σούδα πήρε μέρος σε δραματικούς αγώνες για πρώτη φορά το 454 π.Χ., έγραψε 70… … Dictionary of Greek
δεις — δείς (δεινός), δεν (AM) κάποιος, ο δείνα αρχ. το ουδ. ως ουσ. το δεν το σώμα («μὴ μᾱλλον τὸ δὲν εἶναι ἤ τὸ μηδὲν» Δημόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. απαντά στη γενική δενός σ ένα δυσνόητο χωρίο τού Αλκαίου «καἰ κ οὔδεν ἐκ δενὸς γένοιτο» όπου ερμηνεύεται ως… … Dictionary of Greek